Η Κηφισιά τίμησε με λαμπρότητα τους ήρωες του 40

Με κάθε επισημότητα o Δήμος Κηφισιάς τίμησε τους ήρωες του Έπους του ΄40. Οι μαθήτριες και οι μαθητές των Δημοτικών, των Γυμνασίων, των Λυκείων καθώς και οι πρόσκοποι, οι οδηγοί και τα αθλητικά σωματεία του Δήμου μας παρήλασαν ανήμερα της εθνικής επετείου τιμώντας τους ήρωες του Έπους.

Είχε προηγηθεί η δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Δημητρίου καθώς και η επιμνημόσυνη δέηση στο Μνημείο Πεσόντων στην Κηφισιά με την κατάθεση στεφάνων από τον Δήμαρχο Γιώργο Θωμάκο, εκπροσώπους της Περιφέρειας, της Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής και των πολιτικών κομμάτων.

Η παρέλαση μαθητών και συλλόγων του Δήμου μας  άνοιξε και έκλεισε με τη Φιλαρμονική του Δήμου Κηφισιάς υπό τη διεύθυνση του μαέστρου Φίλιππου Χίου, η οποία  παιάνιζε καθόλην τη διάρκεια της παρέλασης πατριωτικά εμβατήρια. 

Κατά τη διάρκεια της παρέλασης η νεολαία της Κηφισιάς, της Νέας Ερυθραίας και της Εκάλης απέσπασε το θερμό χειροκρότημα του δημάρχου Γιώργου Θωμάκου και των επισήμων, όπως και ο Πανηγυρικός της 28ης Οκτωβρίου που εκφωνήθηκε από τη Βιβιάννα Μιχαλοπούλου, μαθήτρια του Γ΄ Γυμνασίου Κηφισιάς.

Ο Δήμος Κηφισιάς, όπως τόνισε και ο Δήμαρχος Γ. Θωμάκος σε σύντομο χαιρετισμό του,  έδωσε την ευκαιρία στους μαθητές των Γυμνασίων του Δήμου μας να εκφράσουν και να εκθέσουν τις σκέψεις τους για την εθνική επέτειο. Ενέργεια που αποδεικνύει εμπράκτως την εμπιστοσύνη που έχει προς τη νεολαία του Δήμου μας.

Η μαθήτρια αναφέρθηκε στο ιστορικό της ημέρας τονίζοντας πως  η εθνική επέτειος «…είναι μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας ως λαός, να μάθουμε από το παρελθόν, την ιστορία, τη δύναμη και τις αξίες των προγόνων μας. Αυτών που πολέμησαν και έχασαν τις ζωές τους για να απολαμβάνουμε εμείς το αγαθό της ελευθερίας, που τώρα θεωρούμε δεδομένο. Ειδικά σήμερα, που η χώρα μας αλλά και η Ευρώπη ολόκληρη βιώνει μια κρίση οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ηθική».

 Μετά το πέρας της παρέλασης, το τμήμα Παραδοσιακών Χορών του Νομικού Προσώπου «Δημήτριος Βικέλας» του Δήμου Κηφισιάς χόρεψε ελληνικούς χορούς, σε διδασκαλία Δέσποινας Σκέρλου, στον υπαίθριο χώρο πάνω από το πάρκινγκ Πλάτανος απέναντι από το Άλσος Κηφισιάς, ενώ στον ίδιο χώρο ακολούθησε και το παραδοσιακό κέρασμα.

Διαβάστε τον Πανηγυρικό της εθνικής μας επετείου που εκφώνησε η μαθήτρια Βιβιάννα Μιχαλοπούλου:

«Κυρίες και κύριοι,
Καλούμαι σήμερα να εκπροσωπήσω τους μαθητές του 3ου Γυμνασίου Κηφισιάς και να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις σχετικά με την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.
Γιορτάζουμε σήμερα μια επέτειο, ένα θρύλο, μια μνήμη και ένα χρέος.
Γιορτάζουμε κάτι βαθύτερο, κάτι διαφορετικό από άλλες επετείους και γιορτές!
Δε γιορτάζουμε όπως άλλοι λαοί το τέλος του πολέμου, αλλά την έναρξη του πολέμου με τους Ιταλούς που ήταν μια στιγμή ενότητας και μια μεγάλη νίκη των Ελλήνων ενάντια στον φασισμό. 
Γιορτάζουμε τη δύναμη που έχουμε ως λαός να εναντιωνόμαστε στους ισχυρότερους, να υπερασπιζόμαστε την ελευθερία μας και την εδαφική μας ακεραιότητα και να μην δεχόμαστε τίποτα λιγότερο από αυτό! 
Εκείνο το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο Ιταλός Πρέσβης πήγε στο σπίτι του τότε Πρωθυπουργού, Ιωάννη Μεταξά και του έδωσε ένα τελεσίγραφο. Ζητούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από ελληνικά εδάφη και την κατάληψη στρατηγικών ελληνικών σημείων. Εκείνος με σταθερή φωνή απάντησε: « Αυτό σημαίνει πόλεμος» ! Όσες φορές και αν ο πρέσβης προσπάθησε να του αλλάξει γνώμη, να του πει ότι υπάρχει και άλλη λύση, εκτός από τον πόλεμο, η απάντηση ήταν ίδια: ΟΧΙ! Ο Έλληνας είχε ήδη πάρει την απόφαση του, να μην παραδώσει το πιο πολύτιμο πράγμα: την Ελλάδα μας, την πατρίδα μας, τη Γη μας, τόσο εύκολα χωρίς να πολεμήσει για αυτήν. Το ηρωικό εκείνο ΟΧΙ ήταν το σήμα κατατεθέν του Ελληνοϊταλικού πολέμου.
Την ίδια απάντηση με τον πρωθυπουργό έδωσαν στην πράξη όλοι οι Έλληνες μαζί καθώς ξεχύθηκαν στους δρόμους και ζητούσαν, ο καθένας με τον τρόπο του, να προσφέρουν σε αυτόν τον πόλεμο. Οι νέοι ετοιμάζονταν να φύγουν προς τα βουνά της Αλβανίας. Αποχαιρετούσαν τους δικούς τους. Μανάδες εύχονταν να γυρίσουν πίσω τα παιδιά τους αλλά κυρίως να γυρίσουν ελεύθερα! Να αντικρίσουν ξανά το βλέμμα τους, να τα ξανασφίξουν στην αγκαλιά τους! Οι ίδιοι οι στρατιώτες αποχαιρετούσαν τα δικά τους παιδιά, τις γυναίκες τους, τις κοπέλες τους, τους φίλους, όλα τα αγαπημένα τους πρόσωπα με τη σκέψη ότι δεν θα τους ξαναδούν, αλλά ότι αυτό το ταξίδι, αυτή η μάχη έπρεπε να κερδηθεί! Στο σταθμό του τρένου τα βαγόνια ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν. Οι Έλληνες με ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη, περήφανοι για την πατρίδα τους ήταν έτοιμοι να την υπερασπιστούν. 
Ο πόλεμος ξεκίνησε. Οι Έλληνες απέκρουσαν την πρώτη ιταλική επίθεση μέχρι τις 13 Νοεμβρίου και ξεκίνησαν την αντεπίθεση. Οι Ιταλοί μπροστά στον ελληνικό ενθουσιασμό υποχώρησαν. Στα βουνά αντιλαλούσε η ιαχή των φαντάρων μας: «ΑΕΡΑ!!!» Ο ελληνικός στρατός προέλασε και ελευθέρωσε ελληνικές πόλεις στη Βόρειο Ήπειρο. Κορυτσά, Αργυρόκαστρο, Τεπελένι, Άγιοι Σαράντα υποδέχτηκαν τους ελευθερωτές. Οι ιταλικές ορδές απωθήθηκαν 60 χιλιόμετρα μέσα στο Αλβανικό έδαφος. 
Όλος ο ελληνικός λαός πολεμούσε. Οι άντρες στο μέτωπο, οι ηρωικές γυναίκες της Πίνδου μετέφεραν τρόφιμα και πυρομαχικά στα βουνά, οι Ελληνίδες σε πόλεις και χωριά έπλεκαν ασταμάτητα κάλτσες και γάντια, οι αδελφές νοσοκόμες υπηρετούσαν τους τραυματίες… Σε κάθε εκκλησία μαζεύονταν οι πιστοί και προσεύχονταν με θέρμη στο Θεό για το δίκαιο αγώνα. Δεν έμεινε ούτε ένας αμέτοχος. Οι Ιταλοί κατατροπώθηκαν. 
Δίκαια αυτή η νίκη των Ελλήνων χαρακτηρίστηκε ως νίκη ολόκληρης της Ευρώπης, ως νίκη του πολιτισμού, ως νίκη της ελευθερίας. Άλλαξε το ρεύμα της ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου γιατί επιβράδυνε τη γερμανική επίθεση και έδωσε πολύτιμο χρόνο στους συμμάχους να ετοιμάσουν την άμυνά τους. Υπήρξε επίσης η πρώτη νίκη των Συμμάχων κατά των δυνάμεων του Άξονα που ανύψωσε το ηθικό των λαών στη σκλαβωμένη Ευρώπη.
Μετά την πτώση της Κορυτσάς ο ίδιος ο Τσώρτσιλ τηλεγραφούσε: «Εγκάρδια συγχαρητήρια για τις νίκες σας στο Αλβανικό μέτωπο, που επιστέφθηκαν με την κατάληψη της Κορυτσάς. Μεγάλο ενθουσιασμό εμπνέει σε όλους μας το κατόρθωμα αυτό της ελληνικής ανδρείας εναντίον εχθρού υπέρτερου σε αριθμό και εξοπλισμό. Το κατόρθωμα αυτό υπενθυμίζει τα ελληνικά τρόπαια της κλασικής εποχής. Ζήτω η Ελλάς.»\
Ο Χίτλερ υποχρεώθηκε να επέμβει. Στις 6 Απριλίου 1941, ενώ οι σημαντικότερες δυνάμεις του ελληνικού στρατού βρίσκονταν στο Αλβανικό μέτωπο, η ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στην Ελλάδα από την πλευρά της Βουλγαρίας. Η υπεροχή της τεράστιας πολεμικής μηχανής των Ναζί ήταν συντριπτική. Νέες σελίδες ηρωισμού γράφτηκαν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, στα οχυρά Μεταξά, Ρούπελ, Λύσσε, Περιθώρι. 
Μόνοι τους οι Έλληνες αντιμετώπισαν δύο μεγάλες δυνάμεις και η ελληνική άμυνα έσπασε. Ο ανίκητος στρατός της Αλβανίας συνθηκολόγησε. Στις 23 Απριλίου υπογράφηκε η τελική συνθηκολόγηση της Ελλάδας με τη Γερμανία με τη συμμετοχή και των Ιταλών. Έτσι άρχισαν τα μαύρα χρόνια της κατοχής.
Φυσικά κανένας πόλεμος δεν είναι εύκολος, καμία μάχη δεν είναι αναίμακτη! Οι απώλειες αμέτρητες, οδυνηρές, δυσβάσταχτες! Χάθηκαν νέοι, γέροι και παιδιά! Όσοι γύρισαν πίσω, είχαν αδιαπραγμάτευτα ξεκαθαρίσει τη θέση τους στους Ιταλούς, αργότερα στους Γερμανούς, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο : η ελευθερία των Ελλήνων είναι κάτι αδιαμφισβήτητο! Κανένας δεν μπορεί να μας την στερήσει! Κι όμως! Πολλοί νέοι, ακόμη και κάποιοι μεγαλύτεροι, δεν συνειδητοποιούν την αξία αυτής της θυσίας που γιορτάζουμε σήμερα.!
Θεωρούν τη σημερινή μέρα άλλη μια ευκαιρία να χάσουμε μάθημα ή δουλειά.
Άλλη μια ευκαιρία για παρελάσεις και επίσημες εμφανίσεις. 
Στην πραγματικότητα, η σημερινή μέρα είναι άλλη μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμή μας ως λαός, να μάθουμε από το παρελθόν, την ιστορία, τη δύναμη και τις αξίες των προγόνων μας. Αυτών που πολέμησαν και έχασαν τις ζωές τους για να απολαμβάνουμε εμείς το αγαθό της ελευθερίας, που τώρα θεωρούμε δεδομένο. Ειδικά σήμερα που η χώρα μας αλλά και η Ευρώπη ολόκληρη βιώνει μια κρίση οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ηθική. 
Σήμερα που εμείς οι νέοι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αβέβαιο μέλλον, έχουμε χρέος να τιμούμε όσους θυσιάστηκαν για εμάς. Εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους γιατί ήθελαν τα παιδιά τους και οι απόγονοι τους να μεγαλώσουν σε μια Ελλάδα ελεύθερη. Και αυτό το χρέος της τιμής τούς το οφείλουμε και τους το ανταποδίδουμε σήμερα. 
Σας ευχαριστώ πολύ»